χαρτωσιά

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η χαρτωσιά οι χαρτωσιές
      γενική της χαρτωσιάς των χαρτωσιών
    αιτιατική τη χαρτωσιά τις χαρτωσιές
     κλητική χαρτωσιά χαρτωσιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

χαρτωσιά < χαρτ(ί), χαρτ(ιά) + -ωσιά[1] ή (χαρτώνω), θέμα χαρτωσ- + -ιά [2]

Προφορά

ΔΦΑ : /xaɾ.toˈsça/
τυπογραφικός συλλαβισμός: χαρτωσιά

Ουσιαστικό

χαρτωσιά θηλυκό

Εκφράσεις

  • δεν πιάνω χαρτωσιά μπροστά σε κάποιον (είμαι υποδεέστερος) [3]

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. χαρτωσιά - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. s.v. «χαρτί» - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
  3. «χαρτωσιά» - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.