ροκιά
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | ροκιά | οι | ροκιές |
| γενική | της | ροκιάς | των | ροκιών |
| αιτιατική | τη | ροκιά | τις | ροκιές |
| κλητική | ροκιά | ροκιές | ||
| Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση. | ||||
| Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
Συγγενικά
- → δείτε τη λέξη ροκ
Σημειώσεις
- κουνάω μπρος και πίσω, συνουσιάζομαι (στην αφροαμερικανική αργκό)
Μεταφράσεις
ροκιά
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.