αφροαμερικανικός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | αφροαμερικανικός | η | αφροαμερικανική | το | αφροαμερικανικό |
| γενική | του | αφροαμερικανικού | της | αφροαμερικανικής | του | αφροαμερικανικού |
| αιτιατική | τον | αφροαμερικανικό | την | αφροαμερικανική | το | αφροαμερικανικό |
| κλητική | αφροαμερικανικέ | αφροαμερικανική | αφροαμερικανικό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | αφροαμερικανικοί | οι | αφροαμερικανικές | τα | αφροαμερικανικά |
| γενική | των | αφροαμερικανικών | των | αφροαμερικανικών | των | αφροαμερικανικών |
| αιτιατική | τους | αφροαμερικανικούς | τις | αφροαμερικανικές | τα | αφροαμερικανικά |
| κλητική | αφροαμερικανικοί | αφροαμερικανικές | αφροαμερικανικά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- αφροαμερικανικός < (άμεσο δάνειο) αγγλική Afro-American (ως επίθετο) < Afro- (Αφρο-) + American (Αμερικαν(ός) + -ικός) [1][2] Μορφολογικά αναλύεται σε Αφροαμερικαν(ός) + -ικός.
Προφορά
- ΔΦΑ : /a.fɾo.a.me.ɾi.ka.niˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐φρο‐α‐με‐ρι‐κα‐νι‐κός
Αναφορές
- αφροαμερικανικός - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- αφροαμερικανικός - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.