ποταμοπλοΐα

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ποταμοπλοΐα οι ποταμοπλοΐες
      γενική της ποταμοπλοΐας των ποταμοπλοϊών
    αιτιατική την ποταμοπλοΐα τις ποταμοπλοΐες
     κλητική ποταμοπλοΐα ποταμοπλοΐες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ποταμοπλοΐα < ποταμός + -ο- + -πλοΐα[1] (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική navigation fluviale[2])

Ουσιαστικό

ποταμοπλοΐα θηλυκό

Συγγενικά

Μεταφράσεις

  1. ποταμοπλοΐα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. ποταμοπλοΐα - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.