ιμπεριαλισμός

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ιμπεριαλισμός οι ιμπεριαλισμοί
      γενική του ιμπεριαλισμού των ιμπεριαλισμών
    αιτιατική τον ιμπεριαλισμό τους ιμπεριαλισμούς
     κλητική ιμπεριαλισμέ ιμπεριαλισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ιμπεριαλισμός < ορθογραφικό δάνειο από τη γαλλική impérialisme χωρίς τη γαλλική προφορά της λέξης[1] (γαλλικός νεολογισμός που πρωτοεμφανίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα)< λατινική imperialis < imperium + -isme (-ισμός

Προφορά

ΔΦΑ : /im.be.ɾi.a.liˈzmos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ιμπεριαλισμός

Ουσιαστικό

ιμπεριαλισμός αρσενικό

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Αναφορές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.