ζυγωτός

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ζυγωτός η ζυγωτή το ζυγωτό
      γενική του ζυγωτού της ζυγωτής του ζυγωτού
    αιτιατική τον ζυγωτό τη ζυγωτή το ζυγωτό
     κλητική ζυγωτέ ζυγωτή ζυγωτό
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ζυγωτοί οι ζυγωτές τα ζυγωτά
      γενική των ζυγωτών των ζυγωτών των ζυγωτών
    αιτιατική τους ζυγωτούς τις ζυγωτές τα ζυγωτά
     κλητική ζυγωτοί ζυγωτές ζυγωτά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

ζυγωτός < αγγλική zygote

Επίθετο

ζυγωτός, -ή, -ό


Συγγενικά


Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.