εὐθύνω
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
- εὐθύνω < → λείπει η ετυμολογία
Ρήμα
εὐθύνω
- οδηγώ κατ' ευθείαν, διευθύνω, διοικώ
- (για δρόμο) στρώνω, αφαιρώ τα εμπόδια
- δικάζω σύμφωνα με το δίκαιο
- (μεταφορικά) διοικώ, κυβερνώ
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘Σοφοκλής, Ἀντιγόνη, 1164
- ηὔθυνε, θάλλων εὐγενεῖ τέκνων σπορᾷ·
- κυβερνούσε ευτυχισμένος ανάμεσα στα ευγενικά παιδιά του.
- Μετάφραση (1940): Ιωάννης Γρυπάρης @greek-language.gr
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘Σοφοκλής, Ἀντιγόνη, 1164
- κάνω κάτι ευθύ ή το βάζω σε ευθεία γραμμή
- (για άρχοντα στην Αθήνα) καλώ να λογοδοτήσει
- καλώ κάποιον να λογοδοτήσει για ένα παράπτωμα
- υποβάλλω σε βασανιστήρια
- υπηρετώ ως εὔθυνος
- στέλνω
- ※ 6ος/5ος πκε αιώνας ⌘ Πίνδαροςw, Ὀλυμπιονίκαιςw, 13. Ξενοφῶντι Κορινθίῳ σταδιοδρόμῳ καὶ πεντάθλῳ, 28 (13.28)
- Ξενοφῶντος εὔθυνε δαίμονος οὖρον·
- κάνε συ του Ξενοφώντα η μοίρα με άνεμο ούριο ν᾽ αρμενίζει
- Μετάφραση (2004), Γιάννης Οικονομίδης, @greek-language.gr
- ΣτΕ: Ο ποιητής απευθύνεται στο Δία, για να στείλει καλή τύχη στον Ξενοφώντα
- Ξενοφῶντος εὔθυνε δαίμονος οὖρον·
- ※ 6ος/5ος πκε αιώνας ⌘ Πίνδαροςw, Ὀλυμπιονίκαιςw, 13. Ξενοφῶντι Κορινθίῳ σταδιοδρόμῳ καὶ πεντάθλῳ, 28 (13.28)
- αντικρούω, επικρίνω, επιπλίττω
- ※ 1ος/2ος κε αιώνας ⌘ Πλούταρχος, Ἠθικά Τῶν ἑπτὰ σοφῶν συμπόσιον, 153c
- ἀλλ᾽ ἵνα μὴ δοκῶμεν εὐθύνειν τὰς τῶν ἑτέρων ἀποφάσεις, ἰδίας ταῖς ἐκείνου παραβάλωμεν·
- Για να μη φανεί όμως ότι το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να επικρίνουμε τις γνώμες των άλλων, ας παραβάλουμε τις δικές μας απαντήσεις με τις απαντήσεις εκείνου.
- Μετάφραση (2004), Δημήτριος Λυπουρλής, @greek-language.gr
- ἀλλ᾽ ἵνα μὴ δοκῶμεν εὐθύνειν τὰς τῶν ἑτέρων ἀποφάσεις, ἰδίας ταῖς ἐκείνου παραβάλωμεν·
- ※ 1ος/2ος κε αιώνας ⌘ Πλούταρχος, Ἠθικά Τῶν ἑπτὰ σοφῶν συμπόσιον, 153c
- (στην παθητική φωνή) ανασκευάζομαι, υποβάλλομαι σε κριτική έρευνα και έλεγχο
Συνώνυμα
- επικός τύπος ἰθύνω
Συγγενικά
- ὁ εὐθύνων: ο πηδαλιούχος
- οἱ εὐθυνόμενοι: οι κατηγορούμενοι
Πηγές
- εὐθύνω - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- εὐθύνω - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.