εχίνος

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο εχίνος οι εχίνοι
      γενική του εχίνου των εχίνων
    αιτιατική τον εχίνο τους εχίνους
     κλητική εχίνε εχίνοι
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

εχίνος < αρχαία ελληνική ἐχῖνος (3.(σημασιολογικό δάνειο) αγγλική hedgehog)

Ουσιαστικό

εχίνος αρσενικό

  1. (λόγιο) (ζωολογία) αχινός
  2. (λόγιο) (ζωολογία) σκαντζόχοιρος
  3. οτιδήποτε έχει αγκαθωτή επιφάνεια

Συγγενικά

Μεταφράσεις

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο εχίνος οι εχίνοι
      γενική του εχίνου των εχίνων
    αιτιατική τον εχίνο τους εχίνους
     κλητική εχίνε εχίνοι
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

εχίνος < ελληνιστική κοινή ἐχῖνος (παρόμοια σημασία) < αρχαία ελληνική ἐχῖνος

Ουσιαστικό

εχίνος αρσενικό

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.