εσπεραντιστής

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο εσπεραντιστής οι εσπεραντιστές
      γενική του εσπεραντιστή των εσπεραντιστών
    αιτιατική τον εσπεραντιστή τους εσπεραντιστές
     κλητική εσπεραντιστή εσπεραντιστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

εσπεραντιστής < εσπεράντο

Ουσιαστικό

εσπεραντιστής αρσενικό (θηλυκό εσπεραντίστρια)

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.