επιβλαβής
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | επιβλαβής | η | επιβλαβής | το | επιβλαβές |
| γενική | του | επιβλαβούς* | της | επιβλαβούς | του | επιβλαβούς |
| αιτιατική | τον | επιβλαβή | την | επιβλαβή | το | επιβλαβές |
| κλητική | επιβλαβή(ς) | επιβλαβής | επιβλαβές | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | επιβλαβείς | οι | επιβλαβείς | τα | επιβλαβή |
| γενική | των | επιβλαβών | των | επιβλαβών | των | επιβλαβών |
| αιτιατική | τους | επιβλαβείς | τις | επιβλαβείς | τα | επιβλαβή |
| κλητική | επιβλαβείς | επιβλαβείς | επιβλαβή | |||
| * Και προφορικός τύπος σε -ή στη γενική ενικού αρσενικού, ή και θηλυκού | ||||||
| Κατηγορία όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- επιβλαβής < (ελληνιστική κοινή) ἐπιβλαβής < ἐπί + βλάβη
Επίθετο
επιβλαβής -ής -ές
- που προξενεί ή αναμένεται να προξενήσει βλάβη, βλαβερός
- (πληροφορική) για λογισμικό, εφαρμογή, πρόγραμμα → δείτε τη λέξη κακόβουλο λογισμικό
- ※ Αυτή η ενέργεια θα απενεργοποιήσει συνολικά την προστασία της συσκευής Android ενάντια σε επιβλαβείς εφαρμογές και περιεχόμενο.[1]
Αντώνυμα
Αναφορές
- Google Chrome - Διαχείριση προειδοποιήσεων σχετικά με μη ασφαλείς ιστοτόπους. Πρόσβαση 2020-04-26
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.