διατλαντικός

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο διατλαντικός η διατλαντική το διατλαντικό
      γενική του διατλαντικού της διατλαντικής του διατλαντικού
    αιτιατική τον διατλαντικό τη διατλαντική το διατλαντικό
     κλητική διατλαντικέ διατλαντική διατλαντικό
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι διατλαντικοί οι διατλαντικές τα διατλαντικά
      γενική των διατλαντικών των διατλαντικών των διατλαντικών
    αιτιατική τους διατλαντικούς τις διατλαντικές τα διατλαντικά
     κλητική διατλαντικοί διατλαντικές διατλαντικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

διατλαντικός < δι- + ατλαντικός

Προφορά

ΔΦΑ : /ði.a.tlan.diˈkos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: διατλαντικός

Επίθετο

διατλαντικός, -ή, -ό

  • που διαπερνά τον Ατλαντικό Ωκεανό
      Ο Μπάιντεν αναχώρησε από την Ουάσιγκτον για το πρώτο του ταξίδι στο εξωτερικό με σκοπό να πείσει τους ευρωπαίους εταίρους ότι «η Αμερική επιστρέφει» και ότι η Δύση, με τη διατλαντική σχέση ως «αιχμή του δόρατος», μπορεί ξανά να ηγηθεί – από την αντιμετώπιση της πανδημίας και την κλιματική αλλαγή ως την ανάσχεση της Κίνας και τη διαχείριση της Ρωσίας.
    Άγγελος Αθανασόπουλος, Η ανασυγκρότηση της Δύσης και το «σύνδρομο της Κίνας», Το Βήμα, 19 Ιουνίου 2021

Μεταφράσεις

Πηγές

  • διατλαντικός - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.