δεκαπεντασύλλαβος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | δεκαπεντασύλλαβος | η | δεκαπεντασύλλαβη | το | δεκαπεντασύλλαβο |
| γενική | του | δεκαπεντασύλλαβου | της | δεκαπεντασύλλαβης | του | δεκαπεντασύλλαβου |
| αιτιατική | τον | δεκαπεντασύλλαβο | τη | δεκαπεντασύλλαβη | το | δεκαπεντασύλλαβο |
| κλητική | δεκαπεντασύλλαβε | δεκαπεντασύλλαβη | δεκαπεντασύλλαβο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | δεκαπεντασύλλαβοι | οι | δεκαπεντασύλλαβες | τα | δεκαπεντασύλλαβα |
| γενική | των | δεκαπεντασύλλαβων | των | δεκαπεντασύλλαβων | των | δεκαπεντασύλλαβων |
| αιτιατική | τους | δεκαπεντασύλλαβους | τις | δεκαπεντασύλλαβες | τα | δεκαπεντασύλλαβα |
| κλητική | δεκαπεντασύλλαβοι | δεκαπεντασύλλαβες | δεκαπεντασύλλαβα | |||
| Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Προφορά
- ΔΦΑ : /ðe.ka.pen.daˈsi.la.vos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : δε‐κα‐πε‐ντα‐σύλ‐λα‐βος
Επίθετο
δεκαπεντασύλλαβος, -η, -ο
Εκφράσεις
- Δ - δεκαπεντασύλλαβος - Παρίσης Ιωάννης. Παρίσης, Νικήτας. Λεξικό λογοτεχνικών όρων. ΟΕΔΒ, χ.χ.
- μέτρο
- πολιτικός στίχος
- στίχος
Μεταφράσεις
δεκαπεντασύλλαβος
|
|
Αναφορές
- δεκαπεντασύλλαβος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.