βερβερικός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | βερβερικός | η | βερβερική | το | βερβερικό |
| γενική | του | βερβερικού | της | βερβερικής | του | βερβερικού |
| αιτιατική | τον | βερβερικό | τη | βερβερική | το | βερβερικό |
| κλητική | βερβερικέ | βερβερική | βερβερικό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | βερβερικοί | οι | βερβερικές | τα | βερβερικά |
| γενική | των | βερβερικών | των | βερβερικών | των | βερβερικών |
| αιτιατική | τους | βερβερικούς | τις | βερβερικές | τα | βερβερικά |
| κλητική | βερβερικοί | βερβερικές | βερβερικά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- βερβερικός < Βέρβερ(ος) + -ικός
Προφορά
- ΔΦΑ : /veɾ.ve.ɾiˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : βερ‐βε‐ρι‐κός
Συνώνυμα
Μεταφράσεις
βερβερικός
|
Πηγές
- ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .
- βερβερικός - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.