αρμόνιο
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | αρμόνιο | τα | αρμόνια |
| γενική | του | αρμόνιου & αρμονίου |
των | αρμόνιων & αρμονίων |
| αιτιατική | το | αρμόνιο | τα | αρμόνια |
| κλητική | αρμόνιο | αρμόνια | ||
| Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι. | ||||
| Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- αρμόνιο < (καθαρεύουσα) ἁρμόνιον. Κατά την ανασκευασμένη ετυμολόγηση του Γεωργίου Μπαμπινιώτη,[1] λόγιο ενδογενές δάνειο: ιταλική armonio (→ δείτε τη λέξη armonium) < λατινική harmonia < αρχαία ελληνική ἁρμονία. Κατά παλιότερη ετυμολόγησή του, με ευρύτερη ερμηνεία του όρου (αντιδάνειο):[2] ιταλική armonio < armonia (θηλυκό) < λατινική harmonia < αρχαία ελληνική ἁρμονία
- Κατά τον Ευάγγελο Πετρούνια,[3] (αντιδάνειο): ιταλική armonio < γαλλική harmonium < harmonie < αρχαία ελληνική ἁρμονία.
- Δείτε και armonio. Παραβάλετε το αρμόνικα.

Παλιό φορητό αρμόνιο. Διακρίνεται η χειροκίνητη λαβή παραγωγής αέρα, στο πλάι.

Παλιό αρμόνιο με ποδοκίνητο μηχανισμό παραγωγής άερα.
Προφορά
- ΔΦΑ : /aɾˈmo.ni.o/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : αρ‐μό‐νι‐ο
Ουσιαστικό
αρμόνιο ουδέτερο
- (μουσικό όργανο) μικρό πληκτροφόρο μουσικό όργανο
- (παρωχημένο) φορητό ή πληκτροφόρο μικρών διαστάσεων, με μηχανισμό παραγωγής αέρα [2]
- φορητό ηλεκτρικό πληκτροφόρο που παράγει ποικιλία ηχοχρωμάτων [4], πρόδρομος του συνθεσάιζερ[2]
- ↪ Κάνω μάθημα αρμόνιο κάθε Δευτέρα, στο ωδείο.
- → δείτε και τα παρόμοια όργανα ηλεκτρικό πιάνο και συνθεσάιζερ
- (προφορικό) εννοείται το εκκλησιαστικό όργανο, το όργανο

Παλιό ηλεκτρικό αρμόνιο.
Μεταφράσεις
Αναφορές
- s.v. αρμονία - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
- αρμόνιο - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
- αρμόνιο - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Οι ετυμολογίες έγιναν από τον Ευάγγελο Πετρούνια. - αρμόνιο - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.