συνθεσάιζερ
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- συνθεσάιζερ < {αγγλ. synthesizers), ονομασία που προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη "σύνθεσις".
Ουσιαστικό
συνθεσάιζερ ουδέτερο άκλιτο
- ηλεκτρονικό μουσικό όργανο που συνθέτει τους ήχους.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.