αρμόδιος
έτσι ώστε να υπάρχει ομοιομορφία με τις υπόλοιπες σελίδες. Παρακαλούμε βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι η μορφή της σελίδας ταιριάζει με τα στάνταρντ του Βικιλεξικού. |
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | αρμόδιος | η | αρμόδια | το | αρμόδιο |
| γενική | του | αρμόδιου | της | αρμόδιας | του | αρμόδιου |
| αιτιατική | τον | αρμόδιο | την | αρμόδια | το | αρμόδιο |
| κλητική | αρμόδιε | αρμόδια | αρμόδιο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | αρμόδιοι | οι | αρμόδιες | τα | αρμόδια |
| γενική | των | αρμόδιων | των | αρμόδιων | των | αρμόδιων |
| αιτιατική | τους | αρμόδιους | τις | αρμόδιες | τα | αρμόδια |
| κλητική | αρμόδιοι | αρμόδιες | αρμόδια | |||
| ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «θαυμάσιος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- αρμόδιος < αρχαία ελληνική ἁρμόδιος < ἁρμόζω
Προφορά
- ΔΦΑ : /aɾˈmo.ði.os/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : αρ‐μό‐δι‐ος
Επίθετο
αρμόδιος
- που έχει επίσημα αναλάβει έναν τομέα, μια ευθύνη, μια υπηρεσία
- ↪ Για την έκδοση διαβατηρίου απευθυνθείτε παρακαλώ στο αρμόδιο γραφείο. Εμείς εδώ ασχολούμαστε με τις ταυτότητες.
- (ως ουσιαστικό)
- ↪ για τα παράπονά σας απευθυνθείτε στους αρμοδίους
Συνώνυμα
Συγγενικά
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.