αξιοζήλευτος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | αξιοζήλευτος | η | αξιοζήλευτη | το | αξιοζήλευτο |
| γενική | του | αξιοζήλευτου | της | αξιοζήλευτης | του | αξιοζήλευτου |
| αιτιατική | τον | αξιοζήλευτο | την | αξιοζήλευτη | το | αξιοζήλευτο |
| κλητική | αξιοζήλευτε | αξιοζήλευτη | αξιοζήλευτο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | αξιοζήλευτοι | οι | αξιοζήλευτες | τα | αξιοζήλευτα |
| γενική | των | αξιοζήλευτων | των | αξιοζήλευτων | των | αξιοζήλευτων |
| αιτιατική | τους | αξιοζήλευτους | τις | αξιοζήλευτες | τα | αξιοζήλευτα |
| κλητική | αξιοζήλευτοι | αξιοζήλευτες | αξιοζήλευτα | |||
| Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Συνώνυμα
Αντώνυμα
Συγγενικά
- αξιοζήλευτα
- → δείτε τις λέξεις άξιος, ζηλεύω και ζήλια
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.