αντικατασκοπία

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αντικατασκοπία οι αντικατασκοπίες
      γενική της αντικατασκοπίας των αντικατασκοπιών
    αιτιατική την αντικατασκοπία τις αντικατασκοπίες
     κλητική αντικατασκοπία αντικατασκοπίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

αντικατασκοπία < αντικατάσκοπος + -ία ((μεταφραστικό δάνειο) γαλλική contre-espionnage)

Ουσιαστικό

αντικατασκοπία[1] [2] θηλυκό

Συγγενικά

Μεταφράσεις

  1. αντικατασκοπία - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
  2. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.