ανεμότρατα
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | ανεμότρατα | οι | ανεμότρατες |
| γενική | της | ανεμότρατας | — | |
| αιτιατική | την | ανεμότρατα | τις | ανεμότρατες |
| κλητική | ανεμότρατα | ανεμότρατες | ||
| Κατηγορία όπως «πέστροφα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Προφορά
- ΔΦΑ : /a.neˈmo.tɾa.ta/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐νε‐μό‐τρα‐τα
Ουσιαστικό
ανεμότρατα θηλυκό
- (ναυτικός όρος) ψαροκάικο δίχως μηχανή, ιστιοφόρο, που απλώνει δίχτυα σε βαθιά νερά, σε αντιδιαστολή προς την μηχανότρατα
- ※ «Πενήντα λεφτά τα ψάρια! Πενήντα η ανεμότρατα! Πέντε δεκάρες!» έλεγε μία όμορφη μεταλλική φωνή· και στον ίδιο καιρό ο λαχανάς τραγουδιστά επρόσφερνε το είδος του, ραντίζοντας τα πράσινα χόρτα που είταν απλωμένα στην αυλή, πάνου σε ξύλινα κατηφορητά κρεβάτια
- Κωνσταντίνος Θεοτόκης, Η τιμή και το χρήμα, κεφάλαιο ΙΒ΄, 1912
- ο μηχανισμός για το δίχτυ της ανεμότρατας
Μεταφράσεις
ανεμότρατα
|
|
Πηγές
- ανεμότρατα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ανεμότρατα - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.