αγορίστικος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | αγορίστικος | η | αγορίστικη | το | αγορίστικο |
| γενική | του | αγορίστικου | της | αγορίστικης | του | αγορίστικου |
| αιτιατική | τον | αγορίστικο | την | αγορίστικη | το | αγορίστικο |
| κλητική | αγορίστικε | αγορίστικη | αγορίστικο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | αγορίστικοι | οι | αγορίστικες | τα | αγορίστικα |
| γενική | των | αγορίστικων | των | αγορίστικων | των | αγορίστικων |
| αιτιατική | τους | αγορίστικους | τις | αγορίστικες | τα | αγορίστικα |
| κλητική | αγορίστικοι | αγορίστικες | αγορίστικα | |||
| Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Αντώνυμα
Συγγενικά
- αγορίστικα
- → δείτε τις λέξεις αγόρι και ώρα
Μεταφράσεις
Πηγές
- αγορίστικος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- αγορίστικος - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- αγορίστικος - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- αγορίστικος - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.