Σπερχειός

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική ο Σπερχειός
      γενική του Σπερχειού
    αιτιατική τον Σπερχειό
     κλητική Σπερχειέ
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Σπερχειός < αρχαία ελληνική Σπερχειός < σπέρχω (βιάζομαι, ορμώ)[1]
Χάρτης του Σπερχειού

Προφορά

ΔΦΑ : /speɾ.çiˈos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Σπερχειός

Κύριο όνομα

Σπερχειός αρσενικό

Συνώνυμα

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)



Αρχαία ελληνικά (grc)

 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Σπερχειός
      γενική τοῦ Σπερχειοῦ
      δοτική τῷ Σπερχει
    αιτιατική τὸν Σπερχειόν
     κλητική ! Σπερχειέ
2η κλίση, Κατηγορία 'ναός' όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Σπερχειός < σπέρχω (βιάζομαι, ορμώ)[1]

Κύριο όνομα

Σπερχειός αρσενικό

  1. ποταμός της Ελλάδας, ο Σπερχειός
  2. ανδρικό όνομα

Αναφορές

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.