Μουνιχία

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Μουνιχία
      γενική της Μουνιχίας
    αιτιατική τη Μουνιχία
     κλητική Μουνιχία
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Μουνιχία < αρχαία ελληνική Μουνιχία

Προφορά

ΔΦΑ : /mu.niˈçi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Μουνιχία

Κύριο όνομα

Μουνιχία θηλυκό

  1. λόφος της Αττικής στον Πειραιά, αρχαία ονομασία της Καστέλλας
  2. λιμάνι του Πειραιά, αρχαία ονομασία του Μικρολίμανου

Μεταφράσεις



Αρχαία ελληνικά (grc)

 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Μουνιχί
      γενική τῆς Μουνιχίᾱς
      δοτική τῇ Μουνιχί
    αιτιατική τὴν Μουνιχίᾱν
     κλητική ! Μουνιχί
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Μουνιχία < Μούνιχος  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Κύριο όνομα

Μουνιχία θηλυκό

  1. λόφος της Αττικής στον Πειραιά, η σημερινή Καστέλλα
  2. λιμάνι της Αττικής, το σημερινό Μικρολίμανο
  3. (προσωνυμία) της θεάς Αρτέμιδος

Συγγενικά

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.