Μουνυχία

Αρχαία ελληνικά (grc)

 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Μουνυχί
      γενική τῆς Μουνυχίᾱς
      δοτική τῇ Μουνυχί
    αιτιατική τὴν Μουνυχίᾱν
     κλητική ! Μουνυχί
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Μουνυχία < Μουνιχία

Κύριο όνομα

Μουνυχία θηλυκό

Συγγενικά

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.