Κολωνάκι
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | Κολωνάκι | τα | Κολωνάκια |
| γενική | του | Κολωνακίου | των | Κολωνακίων |
| αιτιατική | το | Κολωνάκι | τα | Κολωνάκια |
| κλητική | Κολωνάκι | Κολωνάκια | ||
| Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. Συνήθως στον ενικό. | ||||
| Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
Προφορά
- ΔΦΑ : /ko.loˈna.ci/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κο‐λω‐νά‐κι
Κύριο όνομα
Κολωνάκι ουδέτερο, μόνο στον ενικό
- συνοικία της Αθήνας, ακριβή, με πολυτελείς πολυκατοικίες και καταστήματα
- «Λαός και Κολωνάκι» ήταν ο τίτλος μιας ελληνικής ταινίας του 1959 όπου ακούμε και το ομώνυμο τραγούδι του Μανώλη Χιώτη.
- Κολονάκι (ετυμολογική γραφή)
Συγγενικά
- Κολωνακιώτης, Κολωνακιώτισσα
- κολωνακιώτης, κολωνακιώτισσα
- κολωνακιώτικος
→ και δείτε τη λέξη κολόνα
-
Κολωνάκι στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις
Αναφορές
- Καιροφύλας, Γιάννης (1995). Τοπωνύμια της Αθήνας, του Πειραιά και των περιχώρων. Αθήνα: Φιλιππότης. ISBN 9789602950746.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.