Ιορδάνογλου
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | 2ος πληθυντικός | |||
|---|---|---|---|---|---|---|
| κοινού γένους | αρσενικό | κοινού γένους | ||||
| ονομαστική | ο/η | Ιορδάνογλου | οι | Ιορδάνογλοι & Ιορδανογλαίοι |
οι | Ιορδάνογλου |
| γενική | του/της | Ιορδάνογλου | των | Ιορδάνογλων & Ιορδανογλαίων |
των | Ιορδάνογλου |
| αιτιατική | τον/την | Ιορδάνογλου | τους | Ιορδάνογλους & Ιορδανογλαίους |
τους/τις | Ιορδάνογλου |
| κλητική | Ιορδάνογλου | Ιορδάνογλοι & Ιορδανογλαίοι |
Ιορδάνογλου | |||
| Παραμένει άκλιτο. Το αρσενικό έχει επιπλέον κλιτές μορφές στον πληθυντικό. | ||||||
| Ονοματεπώνυμα -Κατηγορία όπως «Καμπούρογλου» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||||
Ετυμολογία
- Ιορδάνογλου < Ιορδάν(ης) + -ογλου
Προφορά
- ΔΦΑ : /i.oɾˈða.no.ɣlu/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ι‐ορ‐δά‐νο‐γλου
Συγγενικά
Μεταγραφές
- κυριλλικοί χαρακτήρες: Иорданоглу, Йорданоглу (ως μεταγραφή στα βουλγαρικά)
- λατινικοί χαρακτήρες: Iordanoglou
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.