Βελιγράδι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Βελιγράδι τα Βελιγράδια
      γενική του Βελιγραδίου των Βελιγραδίων
    αιτιατική το Βελιγράδι τα Βελιγράδια
     κλητική Βελιγράδι Βελιγράδια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Πανοραμική άποψη του Βελιγραδίου

Ετυμολογία

Βελιγράδι < σερβική Београд (Beograd) < бео (beo, λευκός) + град (grad, πόλη). Κυριολεκτικά «λευκή πόλη».[1]

Προφορά

ΔΦΑ : /ve.liˈɣɾa.ði/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βελιγράδι

Κύριο όνομα

Βελιγράδι ουδέτερο

  • η πρωτεύουσα της Σερβίας
      Το μεγάλο προτέρημα του Βελιγραδίου που του προσδίδει έξτρα δυναμική είναι το γεγονός ότι βρέχεται από δύο ποτάμια. Ο Δούναβης και ο Σάβος συμβάλλουν στο σημείο όπου βρίσκεται το Μεγάλο Νησί του Πολέμου, μια ακατοίκητη νησίδα με αποικίες πουλιών που χρησιμοποιήθηκε στο παρελθόν για την πολιορκία και την άμυνα της πόλης.
    Ελευθερία Αλαβάνου, Βελιγράδι: Έξω καρδιά, Η Καθημερινή, 22 Μαΐου 2018

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.