Maria

Γαλλικά (fr)

Κύριο όνομα

Maria (fr)

Συγγενικά



Γερμανικά (de)

Προφορά

 

Κύριο όνομα

Maria (de) θηλυκό



Δανικά (da)

Κύριο όνομα

Maria (de)



Ιταλικά (it)

Κύριο όνομα

Maria (it) θηλυκό



Λατινικά (la)

Ετυμολογία

Maria < αρχαία ελληνική Μαρία / Μαριάμ < αραμαϊκή מרים (maryām), συγγενική με την εβραϊκή מרים (miryám)

Κύριο όνομα

Maria θηλυκό

  1. γυναικείο όνομα, η Μαρία
  2. χωριό της Παρθίας
      citra deserta ab occasu urbes eorum quas diximus, Issatis et Calliope, ab oriente aestivo Pyropum, ab hiberno Maria, in medio Hecatompylos, Arsace, regio Nisiaea Parthyenes nobilis, ubi Alexandropolis a conditore.
    λείπει η μετάφραση
    Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, Naturalis Historia, VI 113)
  3. (σημασία στα εκκλησιαστικά λατινικά) η Παναγία

Κλίση

αριθμός ενικός πληθυντικός
ονομαστική Maria
-
γενική Mariae
-
δοτική Mariae
-
αιτιατική Mariam
-
κλητική Maria
-
αφαιρετική Mariā
-
(α' κλίση)

Πηγές



Νορβηγικά (no)

Κύριο όνομα

Maria (no) θηλυκό



Ολλανδικά (nl)

Προφορά

 

Κύριο όνομα

Maria (nl) θηλυκό



Πολωνικά (pl)

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈmarʲja/
 

Κύριο όνομα

Maria (pl) θηλυκό

Συγγενικά



Πορτογαλικά (pt)

Κύριο όνομα

Maria (pt) θηλυκό



Σουηδικά (sv)

Κύριο όνομα

Maria (sv)



Τσεχικά (cs)

Κύριο όνομα

Maria (cs) θηλυκό



Φινλανδικά (fi)

Ετυμολογία

Maria < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Maria αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές

  • Finnish Digital and Population Information Agency, ανακτήθηκε στις 1/8/2023, ενημέρωση δημοτολογίου μέχρι τις 31/7/2023 , φύλλο Miehet kaikki



Σουηδικά (sv)

Ετυμολογία

Maria < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Maria αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές

  • Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.