Παρθία

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Παρθία
      γενική της Παρθίας
    αιτιατική την Παρθία
     κλητική Παρθία
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Παρθία < ελληνιστική κοινή Παρθία < αρχαία περσική 𐎱𐎼𐎰𐎺 (p-r-θ-v /Parθavaʰ/, Παρθία)

Κύριο όνομα

Παρθία αρσενικό

Συγγενικά

Μεταφράσεις


Αρχαία ελληνικά (grc)

 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Παρθί
      γενική τῆς Παρθίᾱς
      δοτική τῇ Παρθί
    αιτιατική τὴν Παρθίᾱν
     κλητική ! Παρθί
Το δίχρονο φωνήεν της παραλήγουσας είναι βραχύ.
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Παρθία < αρχαία περσική 𐎱𐎼𐎰𐎺 (p-r-θ-v /Parθavaʰ/, Παρθία)

Κύριο όνομα

Παρθία θηλυκό

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.