Ianus
Λατινικά (la)
Ετυμολογία
- Ianus < iānus (πύλη, δίοδος με καμάρα) < (κληρονομημένο) πρωτοϊταλική *jānos < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *yeh₂- (πηγαίνω, ταξιδεύω)
Κλίση
| αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
|---|---|---|
| ονομαστική | Ianus | |
| γενική | Ianī | |
| δοτική | Ianō | |
| αιτιατική | Ianum | |
| κλητική | Iane | |
| αφαιρετική | Ianō | |
Απόγονοι
Ianus (λατινικά)
- ↴ αγγλικά: Janus
- ↴ γαλλικά: Janus
- ↷ ελληνιστική κοινή: Ἰανός
- και δείτε Ιανός#Μεταφράσεις
- νεολατινικά: Iani (από τη γενική Iani, ταξινομικό γένος δεινοσαύρου)
- (Zanno, Lindsay E. "An early-diverging iguanodontian", Public Library of Science (PLOS) , 2023.06.07. @journals.plos.org)
- διαγλωσσικοί όροι: Janus (Ιανός, δορυφόρος του Πλούτωνα)
Πηγές
- Ianus, ianus - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Ιταλικά (it)
Ετυμολογία
- Ianus < → λείπει η ετυμολογία
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.