-ist
Αγγλικά (en)
Επίθημα
-ist (en)
- -τής, -ιστής, -ίστας: κατάληξη ουσιαστικών που δηλώνει ιδιότητα, επάγγελμα, ή ότι κάποιος ανήκει σε μια ομάδα όπως ορίζεται από την πρωτότυπη λέξη
- pian(o) > pianist (πιανίστας)
- art (τέχνη) > artist (καλλιτέχνης)
- socialist (σοσιαλιστής)
- Αγγλικές λέξεις με επίθημα -ist στο Βικιλεξικό
Γερμανικά (de)
Προφορά
- ⓘ
Επίθημα
-ist (de) αρσενικό
- -ής, [[[-ιστής]], -ίστας: κατάληξη αρσενικών ουσιαστικών, συνήθως ξένης προέλευσης, που δηλώνει
- την άσκηση κάποιας δραστηριότητας ή επαγγέλματος
- ότι κάποιος ανήκει σε συγκεκριμένη ομάδα ή σε κάποιο πολιτισμικό ή καλλιτεχνικό ρεύμα
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.