-ύς
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | -ύς | η | -ιά & -εία |
το | -ύ |
| γενική | του | -ιού, -ύ & -έος |
της | -ιάς & -είας |
του | -ιού, -ύ & -έος |
| αιτιατική | τον | -ύ | τη(ν) | -ιά & -εία |
το | -ύ |
| κλητική | -ύ | -ιά & -εία |
-ύ | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | -ιοί & -είς |
οι | -ιές & -είες |
τα | -ιά & -έα |
| γενική | των | -ιών & -έων |
των | -ιών & -ειών |
των | -ιών & -έων |
| αιτιατική | τους | -ιούς & -είς |
τις | -ιές & -είες |
τα | -ιά & -έα |
| κλητική | -ιοί & -είς |
-ιές & -είες |
-ιά & -έα | |||
| Οι τύποι με γιώτα (-ιού, -ιοί, -ιά, -ιών, ...) προφέρονται με συνίζηση. Οι τύποι της δεύτερης σειράς, λόγιοι, κατεβάζουν τον τόνο όπως στην αρχαία κλίση Χρησιμοποιούνται σε παγιωμένες εκφράσεις ή όρους. | ||||||
| Κατηγορία όπως «βαθύς» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- -ύς < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική -ύς[1]
Προφορά
- ΔΦΑ : /ˈis/
Αναφορές
- "-ύς" - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Πηγές
- -ύς - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.