-εώνας

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο -εώνας οι -εώνες
      γενική του -εώνα των -εώνων
    αιτιατική τον -εώνα τους -εώνες
     κλητική -εώνα -εώνες
Κατηγορία όπως «αγώνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

-εώνας < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική -εών, μετουσιαστικό επίθημα, εκτεταμένη μορφή του -ών. Από την αιτιατική -εῶνα [1]

Προφορά

ΔΦΑ : /eˈo.nas/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ώνας

Επίθημα

-εώνας & -ιώνας & -ώνας αρσενικό

  • Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -εώνας στο Βικιλεξικό

Αναφορές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.