ἀντιγραφή

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)

Ετυμολογία

ἀντιγραφή < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική ἀντιγραφή. Μορφολογικά, ἀντι- + γραφή

Ουσιαστικό

ἀντιγραφή θηλυκό

  1. γραπτή απάντηση
  2. μεταγραφή
  3. αντίγραφο
  4. διαταγή
  5. εξουσία

Πηγές


Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία

ἀντιγραφή < ἀντιγράφ(ω) + < ἀντι- + γράφω

Ουσιαστικό

ἀντιγραφή

  1. γραπτή απάντηση
      αὐτὸς δ᾽ οὖν ὕστερον ἐν τῇ πρὸς Κικέρωνα περὶ Κάτωνος ἀντιγραφῇ παραιτεῖται (Πλούταρχος, Καίσαρ, 3, 2)
  2. απάντηση εναγομένου, απολογία
      καὶ ταῦτα καὶ διωμόσω ἐν τῇ ἀντιγραφῇ (Πλάτων, Απολογία, 27c )
  3. μήνυση
  4. καταγγελία
  5. μεταγραφή
      οἱ δ᾽ ἐξ Ἐρυθρῶν τῶν ἐν Ἀσίᾳ, κατὰ δόγμα βουλῆς τριῶν ἀποσταλέντων πρεσβευτῶν ἐπὶ τὴν ἀντιγραφήν (Διονύσιος Ἀλικαρνασεύς, 4, 62, 6)
  6. (αυτοκρατορικό) διάταγμα

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.