Καίσαρ

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

Καίσαρ < μεσαιωνική ελληνική Καῖσαρ < λατινική Caesar

Κύριο όνομα

Καίσαρ αρσενικό

  1. λατινικό επώνυμο (cognomen)
  2. (ιστορία) τίτλος που δίνοταν σε ρωμαίους αυτοκράτορες
  3. ανδρικό όνομα

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.