υπολογισμένος

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο υπολογισμένος η υπολογισμένη το υπολογισμένο
      γενική του υπολογισμένου της υπολογισμένης του υπολογισμένου
    αιτιατική τον υπολογισμένο την υπολογισμένη το υπολογισμένο
     κλητική υπολογισμένε υπολογισμένη υπολογισμένο
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι υπολογισμένοι οι υπολογισμένες τα υπολογισμένα
      γενική των υπολογισμένων των υπολογισμένων των υπολογισμένων
    αιτιατική τους υπολογισμένους τις υπολογισμένες τα υπολογισμένα
     κλητική υπολογισμένοι υπολογισμένες υπολογισμένα
Κατηγορία όπως «αγαπημένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

υπολογισμένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου υπολογίζω

Μετοχή

υπολογισμένος, -η, -ο

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.