υποηχοϊκός

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο υποηχοϊκός η υποηχοϊκή το υποηχοϊκό
      γενική του υποηχοϊκού της υποηχοϊκής του υποηχοϊκού
    αιτιατική τον υποηχοϊκό την υποηχοϊκή το υποηχοϊκό
     κλητική υποηχοϊκέ υποηχοϊκή υποηχοϊκό
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι υποηχοϊκοί οι υποηχοϊκές τα υποηχοϊκά
      γενική των υποηχοϊκών των υποηχοϊκών των υποηχοϊκών
    αιτιατική τους υποηχοϊκούς τις υποηχοϊκές τα υποηχοϊκά
     κλητική υποηχοϊκοί υποηχοϊκές υποηχοϊκά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

υποηχοϊκός < λόγιο ενδογενές δάνειο: hypoechoic (βλ. αρχαία ελληνική ὑπό + ἠχώ). Μορφολογικά αναλύεται σε υπο- + ηχοϊκός  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Επίθετο

υποηχοϊκός, -ή, -ό

  • που παράγει λιγότερη ηχώ, λιγότερη αντανάκλαση
      Στο υπερηχογράφημα ο θυρεοειδής αδένας συνήθως εμφανίζεται υποηχοικός, με χαρακτηριστική διάχυτη ετερογενή πυκνότητα (Όσα πρέπει να ξέρετε για τη θυρεοειδίτιδα Hashimoto, Ελεύθερος Τύπος, 12/07/2019 )

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.