υπερβιταμινούχος

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο υπερβιταμινούχος η υπερβιταμινούχα το υπερβιταμινούχο
      γενική του υπερβιταμινούχου της υπερβιταμινούχας του υπερβιταμινούχου
    αιτιατική τον υπερβιταμινούχο την υπερβιταμινούχα το υπερβιταμινούχο
     κλητική υπερβιταμινούχε υπερβιταμινούχα υπερβιταμινούχο
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι υπερβιταμινούχοι οι υπερβιταμινούχες τα υπερβιταμινούχα
      γενική των υπερβιταμινούχων των υπερβιταμινούχων των υπερβιταμινούχων
    αιτιατική τους υπερβιταμινούχους τις υπερβιταμινούχες τα υπερβιταμινούχα
     κλητική υπερβιταμινούχοι υπερβιταμινούχες υπερβιταμινούχα
ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «ωραίος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

υπερβιταμινούχος < υπέρ + βιταμινούχος

Επίθετο

υπερβιταμινούχος, -α, -ο

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.