τσομπάνης
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | τσομπάνης | οι | τσομπάνηδες & τσομπαναραίοι |
| γενική | του | τσομπάνη | των | τσομπάνηδων & τσομπαναραίων |
| αιτιατική | τον | τσομπάνη | τους | τσομπάνηδες & τσομπαναραίους |
| κλητική | τσομπάνη | τσομπάνηδες & τσομπαναραίοι | ||
| Κατηγορία όπως «τσοπάνης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- τσομπάνης < (άμεσο δάνειο) οθωμανική τουρκική چوبان (τουρκική çoban) + -ης, → δείτε τη λέξη τσοπάνης
Συγγενικά
- → δείτε τη λέξη τσοπάνης και:
- Τζομπάνης / Τζομπάνη
- Χατζητσομπάνης / Χατζητσομπάνη
- Χατζητζομπάνης / Χατζητζομπάνη
- Δελητσομπάνης / Δελητσομπάνη
- Καρατζομπάνης / Καρατζομπάνη
- Κουτσομπάνης / Κουτσομπάνη
- Τσομπανάκης / Τσομπανάκη
- Τσομπανάκος / Τσομπανάκου
- Τσομπανάς / Τσομπανά
- Τσομπανβασίλης / Τσομπανβασίλη
- Τσομπανγιοβάνης / Τσομπανγιοβάνη
- Τσομπανέλης / Τσομπανέλη
- Τσομπανέλλης / Τσομπανέλλη
- Τσομπάνης / Τσομπάνη
- Τσομπανησάκης / Τσομπανησάκη
- Τσομπανίδης / Τσομπανίδη / Τσομπανίδου
- Τσομπανικολίδης / Τσομπανικολίδη / Τσομπανικολίδου
- Τσομπανίκος / Τσομπανίκου
- Τσομπανισάκης / Τσομπανισάκη
- Τσομπανλιώτης / Τσομπανλιώτη
- Τσομπανόπουλος / Τσομπανοπούλου
- Τσομπανούδης / Τσομπανούδη
- Τσομπανοχρήστος / Τσομπανοχρήστου
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.