τζιτζιμπίρα

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η τζιτζιμπίρα οι τζιτζιμπίρες
      γενική της τζιτζιμπίρας των τζιτζιμπίρων
    αιτιατική την τζιτζιμπίρα τις τζιτζιμπίρες
     κλητική τζιτζιμπίρα τζιτζιμπίρες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
ένα ποτήρι με τζιτζιμπίρα

Ετυμολογία

τζιτζιμπίρα < αγγλική ginger beer < ginger (τζίντζερ, πιπερόριζα) + beer (μπίρα)

Ουσιαστικό

τζιτζιμπίρα θηλυκό

Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.