ταυ

Νέα ελληνικά (el)

ένα ταυ (3) με σταθερό βραχίονα και ένα με κινητό

Ετυμολογία

ταυ < αρχαία ελληνική ταῦ

Προφορά

ΔΦΑ : /taf/

Ουσιαστικό

ταυ ουδέτερο άκλιτο

  1. Το δέκατο ένατο γράμμα του ελληνικού αλφάβητου (τ, κεφαλαίο: Τ). (Ν.Ελληνικής)
  2. ο αριθμός 300 αν έχει τον τόνο δεξιά (Τ'), 300.000 αν τον έχει αριστερά ('Τ). Χωρίς τόνο, εννοείται ο αριθμός 19
  3. είδος φορητού παραλληλογράφου, εργαλείο σχεδιασμού που χρησιμοποιείται στο γραμμικό σχέδιο για το σχεδιασμό παραλλήλων και έχει σχήμα αντίστοιχο του κεφαλαίου ταυ (1) με κινητό ή σταθερό το ένα τμήμα του
     συνώνυμα: κανών ἡμισταυροῦχος (καθαρεύουσα)
  4. ειδική υποδοχή για να συνδεθούν δύο και περισσότερα φις (ρευματολήπτες) σε μία πρίζα
  5. εξάρτημα με τρεις υποδοχές που χρησιμεύει για να δημιουργηθεί διακλάδωση σε σωλήνα
  6. τακτική στη ναυμαχία με στρατηγική να παρασύρει τον εχθρό στην ουρά του Τ
  7. εργαλείο καθαρισμού τζαμιών / πατωμάτων (ρακλέτα)

Συνώνυμα

  • ταφ

τα λήμματα "Τ" και "ταῦ"

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.