ρετροσπεκτίβα
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | ρετροσπεκτίβα | οι | ρετροσπεκτίβες |
| γενική | της | ρετροσπεκτίβας | των | ρετροσπεκτίβων |
| αιτιατική | τη | ρετροσπεκτίβα | τις | ρετροσπεκτίβες |
| κλητική | ρετροσπεκτίβα | ρετροσπεκτίβες | ||
| Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- ρετροσπεκτίβα < λόγιο ενδογενές δάνειο: (άμεσο δάνειο) αγγλική retrospective < retrospect + -ive < λατινική retrospectus, μετοχή παθητικού παρακειμένου του ρήματος retrospicio < retro + specio (< πρωτοϊταλική *spekjō < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *spéḱyeti < *speḱ-: βλέπω, παρατηρώ)
Ουσιαστικό
ρετροσπεκτίβα θηλυκό
- (νεολογισμός) αναδρομικό αφιέρωμα στο έργο δημιουργού, καλλιτέχνη ή ενός καλλιτεχνικού είδους
- ※ Το 2010, εν μέσω της κρίσης, η ρετροσπεκτίβα στο έργο του Κλοντ Μονέ στο Grand Palais προσέλκυσε 920.000 επισκέπτες Ρετροσπεκτίβα στο έργο του Νταλί διοργανώνει το Κέντρο Πομπιντού, in.gr, 19 Νοεμβρίου, 2012
- ※ Αυτή η ρετροσπεκτίβα θα δώσει στο κοινό την ευκαιρία να ανακαλύψει ή να ξαναδεί τον δηµιουργικό πλούτο αυτού του πολυσύνθετου καλλιτέχνη Ρετροσπεκτίβα Jean Cocteau - Γαλλικό Ινστιτούτο Ελλάδος, 2016
Σημειώσεις
- η χρήση του όρου συχνά σχετίζεται με τον κινηματογράφο και τους σκηνοθέτες ταινιών
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.