ρήγαινα
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | ρήγαινα | οι | ρήγαινες |
| γενική | της | ρήγαινας | — | |
| αιτιατική | τη | ρήγαινα | τις | ρήγαινες |
| κλητική | ρήγαινα | ρήγαινες | ||
| Προφέρεται με συνίζηση στην κατάληξη ως παροξύτονο. Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
| Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- ρήγαινα < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ρήγαινα
Προφορά
- ΔΦΑ : /ˈɾi.ʝe.na/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ρή‐γαι‐να
Ουσιαστικό
ρήγαινα θηλυκό
Μεταφράσεις
για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε βασιλιάς
Αναφορές
- ρήγας - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)
Ετυμολογία
Ουσιαστικό
ρήγαινα θηλυκό
- συνώνυμο του βασίλισσα
- και μεσαιωνικά κυπριακά ※ 13ος αιώνας ⌘ Λεόντιος Μαχαιράς, Eξήγησις της γλυκείας χώρας Kύπρου - ⌘ Δημώδης Γραμματεία στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ※ 14ος αιώνας ⌘ Ανώνυμος, Χρονικόν του Μορέως, Η 6015 (χφ Havniensis (Κοπεγχάγης) 57 του 1375‑1385)
- ἀξιοπαρακαλεῖ τον νὰ ἔλθει& γραφή: νὰ ἔλθῃ μὲ τὴν ρήγαιναν
- (προσφώνηση) τρυφερή προσφώνηση
- ρέγαινα
- ρήαινα
- ρήγαινα - ῥήγαινα - ρήγενα
- ρηγῖνα - ῥηγῖνα
- ρήγισσα
Κλιτικοί τύποι
- ρήγαινας και ρηγαίνης σε έγγραφο του 12ου αιώνα (γενική ενικού)
- ρήγαιναν (αιτιατική ενικού)
Πηγές
- ῥήγαινα - LBG - Trapp, Erich, et al. (1994–2007) Lexikon zur byzantinischen Gräzität besonders des 9.-12. Jahrhunderts (Λεξικό της Βυζαντινής Ελληνικής, ιδίως για τον 9ο-12ο αιώνα), Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften (Έκδοση της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών)
- σελ.208-209, Τόμος 19, συμπλήρωμα στο Κριαράς, Εμμανουήλ. Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Τόμοι Α'-ΙΗ'. (Τόμοι ΙΕ'-ΙΗ' επιμ. Ιωάννης Ν. Καζάζης) πολυτονικό σύστημα: τόμοι 1-5, μεταγραφή σε μονοτονικό: τόμοι 6-τέλος], pdf.Βιβλιογραφία. Άπαντα Εμμανουήλ Κριαρά στην Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.