πολυκριτηριακός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | πολυκριτηριακός | η | πολυκριτηριακή | το | πολυκριτηριακό |
| γενική | του | πολυκριτηριακού | της | πολυκριτηριακής | του | πολυκριτηριακού |
| αιτιατική | τον | πολυκριτηριακό | την | πολυκριτηριακή | το | πολυκριτηριακό |
| κλητική | πολυκριτηριακέ | πολυκριτηριακή | πολυκριτηριακό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | πολυκριτηριακοί | οι | πολυκριτηριακές | τα | πολυκριτηριακά |
| γενική | των | πολυκριτηριακών | των | πολυκριτηριακών | των | πολυκριτηριακών |
| αιτιατική | τους | πολυκριτηριακούς | τις | πολυκριτηριακές | τα | πολυκριτηριακά |
| κλητική | πολυκριτηριακοί | πολυκριτηριακές | πολυκριτηριακά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- πολυκριτηριακός < πολυ- + κριτηριακός ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική multiobjective)
Επίθετο
πολυκριτηριακός
- που αποτελείται από πολλά κριτήρια ή προκύπτει αφού ληφθούν υπόψη ή εξεταστούν πολλά κριτήρια
- ※ Πολυκριτηριακός προγραμματισμός σε συνθήκες αβεβαιότητας: ανάπτυξη συστήματος υποστήριξης αποφάσεων και εφαρμογή στον ενεργειακό σχεδιασμό (https://www.didaktorika.gr/eadd/handle/10442/12475)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.