πολιτική αεροπορία

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η πολιτική αεροπορία οι πολιτικές αεροπορίες
      γενική της πολιτικής αεροπορίας των πολιτικών αεροποριών
    αιτιατική την πολιτική αεροπορία τις πολιτικές αεροπορίες
     κλητική πολιτική αεροπορία πολιτικές αεροπορίες
Συνήθως στον ενικό
Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

πολιτική αεροπορία <  δείτε τις λέξεις πολιτικός και αεροπορία, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική civil aviation

Προφορά

ΔΦΑ : /po.li.tiˈci a.e.ɾo.poˈɾi.a/

Πολυλεκτικός όρος

πολιτική αεροπορία θηλυκό

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.