πεζός λόγος

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο πεζός λόγος οι πεζοί λόγοι
      γενική του πεζού λόγου των πεζών λόγων
    αιτιατική τον πεζό λόγο τους πεζούς λόγους
     κλητική πεζέ λόγε πεζοί λόγοι
Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

πεζός λόγος <  δείτε τις λέξεις πεζός και λόγος

Πολυλεκτικός όρος

πεζός λόγος αρσενικό

Συνώνυμα

Αντώνυμα

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.