νικοτινικός

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο νικοτινικός η νικοτινική το νικοτινικό
      γενική του νικοτινικού της νικοτινικής του νικοτινικού
    αιτιατική τον νικοτινικό τη νικοτινική το νικοτινικό
     κλητική νικοτινικέ νικοτινική νικοτινικό
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι νικοτινικοί οι νικοτινικές τα νικοτινικά
      γενική των νικοτινικών των νικοτινικών των νικοτινικών
    αιτιατική τους νικοτινικούς τις νικοτινικές τα νικοτινικά
     κλητική νικοτινικοί νικοτινικές νικοτινικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

νικοτινικός < γαλλική nicotinique[1] < nicotine < Jean Nicot

Επίθετο

νικοτινικός

Πολυλεκτικοί όροι

Μεταφράσεις

  1. νικοτινικός - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.