νικοτίνη

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η νικοτίνη οι νικοτίνες
      γενική της νικοτίνης των νικοτινών
    αιτιατική τη νικοτίνη τις νικοτίνες
     κλητική νικοτίνη νικοτίνες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

νικοτίνη < γαλλική nicotine[1] < Jean Nicot[2]

Ουσιαστικό

νικοτίνη θηλυκό

Μεταφράσεις

  1. νικοτίνη - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
  2. Από το όνομα του Γάλλου πρεσβευτή στη Λισαβώνα, Jean Nicot, που εισήγαγε το φυτό του καπνού στη Γαλλία, το 1560. Η νικοτίνη, καθώς και το φυτό Nicotiana, πήραν το όνομά τους από αυτόν.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.