μικρογράμματος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | μικρογράμματος | η | μικρογράμματη | το | μικρογράμματο |
| γενική | του | μικρογράμματου | της | μικρογράμματης | του | μικρογράμματου |
| αιτιατική | τον | μικρογράμματο | τη | μικρογράμματη | το | μικρογράμματο |
| κλητική | μικρογράμματε | μικρογράμματη | μικρογράμματο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | μικρογράμματοι | οι | μικρογράμματες | τα | μικρογράμματα |
| γενική | των | μικρογράμματων | των | μικρογράμματων | των | μικρογράμματων |
| αιτιατική | τους | μικρογράμματους | τις | μικρογράμματες | τα | μικρογράμματα |
| κλητική | μικρογράμματοι | μικρογράμματες | μικρογράμματα | |||
| Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Προφορά
- ΔΦΑ : /mi.kɾoˈɣɾa.ma.tos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : μι‐κρο‐γράμ‐μα‐τος
Επίθετο
μικρογράμματος, -η, -ο
- (γραμματική) που είναι γραμμένος με μικρά (πεζά) γράμματα, σε αντίθεση με την μεγαλογράμματη (κεφαλαιογράμματη) γραφή (όπως στα αρχαία ελληνικά)
- ↪ μικρογράμματος κώδικας, μικρογράμματη γραφή
- ≠ αντώνυμα: μεγαλογράμματος, κεφαλαιογράμματος
Μεταφράσεις
μικρογράμματος
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.