μεταλλίτης
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | μεταλλίτης | οι | μεταλλίτες |
| γενική | του | μεταλλίτη | των | μεταλλιτών |
| αιτιατική | τον | μεταλλίτη | τους | μεταλλίτες |
| κλητική | μεταλλίτη | μεταλλίτες | ||
| Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- μεταλλίτης < (διαχρονικό δάνειο) καθαρεύουσα μεταλλίτης ελληνιστική κοινή μεταλλῖτις (θηλυκό) + κατάληξη αρσενικού -ίτης < αρχαία ελληνική μέταλλον
Ουσιαστικό
μεταλλίτης αρσενικό (θηλυκό μεταλλίτις)
Μεταφράσεις
μεταλλίτης
|
|
Πηγές
- ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.