εκείνος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | εκείνος | εκείνη | εκείνο | |||
| γενική | εκείνου | εκείνης | εκείνου | |||
| αιτιατική | εκείνο | εκείνη | εκείνο | |||
| κλητική | — | — | — | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | εκείνοι | εκείνες | εκείνα | |||
| γενική | εκείνων | εκείνων | εκείνων | |||
| αιτιατική | εκείνους | εκείνες | εκείνα | |||
| κλητική | — | — | — | |||
| Δείτε και «κείνος». | ||||||
| Κατηγορία όπως «ξένος» - Παράρτημα:Αντωνυμίες | ||||||
Ετυμολογία
- εκείνος < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική ἐκεῖνος
Προφορά
- ΔΦΑ : /eˈci.nos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ε‐κεί‐νος
Αντωνυμία
εκείνος, -η, -ο
Μεταφράσεις
Πηγές
- εκείνος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.